Ταινίες «καμικάζι»
















Ghassan Kanafani
Γασσάν Καναφάνι

Η έκδοση από την οποία αντιγράφουμε, δεν αναφέρει πότε γράφτηκε το διήγημα αλλά πρέπει να είναι κοντά στο 1960. Η μετάφραση είναι της Ντίνας Κατσούρη, από το βιβλίο: «Σύγχρονοι Παλαιστίνιοι Πεζογράφοι», εκδόσεις «Θεμέλιο», 1983
Μια αγγλική μετάφραση του διηγήματος μπορείτε να διαβάσετε εδώ www.pflp.ps/english

Γράμμα από τη Γάζα

Αγαπητέ Μουσταφά,
Μόλις πήρα το γράμμα σου, όπου μου γράφεις πως έκαμες όλα τα απαραίτητα για να διευκολύνεις την παραμονή μου στο Σακραμέντο. Μαθαίνω ακόμα πως έγινα δεκτός στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας. Πρέπει να σ’ ευχαριστήσω για όλα, φίλε μου. Όμως θα ξαφνιαστείς σαν μάθεις τι έχω να σου πω – και να μην έχεις καμιά αμφιβολία γι’ αυτό – δε νιώθω κανέναν απολύτως δισταγμό. Στην πραγματικότητα είμαι πέρα για πέρα βέβαιος πως δεν είδα ποτέ στη ζωή μου πιο καθαρά τα πράγματα απ’ ό,τι τα βλέπω τώρα όχι, φίλε μου, άλλαξα ιδέα. Δε θα σ’ ακολουθήσω «στη χώρα που έχει πρασινάδα, νερό και όμορφα πρόσωπα», όπως μου έγραψες. Όχι, θα μείνω εδώ και δε θα φύγω ποτέ.
Πραγματικά, Μουσταφά, νιώθω πολύ άσκημα που δε θα συνεχίσουμε μαζί τον ίδιο δρόμο. Σ’ ακούω κιόλας να μου θυμίζεις τον όρκο μας να συνεχίσουμε μαζί την πορεία της ζωής μας και σ’ ακούν ακόμα να μου θυμίζεις τον τρόπο που συνηθίζαμε να φωνάζουμε «θα γίνουμε πλούσιοι». Όμως δεν μπορώ να κάμω τίποτα, φίλε μου. Ναι, θυμάμαι ακόμα εκείνη τη μέρα που στεκόμουνα στην αίθουσα αναχωρήσεων του αεροδρομίου του Καίρου, σφίγγοντας σου το χέρι και κοιτάζοντας τους κινητήρες των αεροπλάνων που βούιζαν. Εκείνη τη στιγμή όλα περιστρέφονταν γύρω τους κι εσύ στεκόσουνα μπροστά μου με σιωπηλό το στρογγυλό σου πρόσωπο. Το πρόσωπό σου, εξόν από κείνες τις ελαφρές ρυτίδες, δεν είχε αλλάξει, ήτανε το ίδιο σαν και τότε που μεγάλωνες στη συνοικία Σιατζίγια της Γάζας. Μεγαλώσαμε μαζί, καταλαβαίνουμε απόλυτα ο ένας τον άλλο, και υποσχεθήκαμε να συνεχίσουμε μαζί ως το τέλος. Όμως ...
– Έμεινε μόνο ένα τέταρτο για να φύγει το αεροπλάνο. Μην κοιτάζεις έτσι στο κενό. Άκουσε! Τον άλλο χρόνο θα πας στο Κουβέιτ να τα οικονομήσεις για να μπορέσεις να ξεκολλήσεις από τη Γάζα και να μετακινηθείς στην Καλιφόρνια. Ξεκινήσαμε μαζί και πρέπει να συνεχίσουμε μαζί …
Εκείνη την ώρα παρακολουθούσα τα χείλια σου που κουνιόντουσαν βιαστικά. Πάντα έτσι μιλούσες, χωρίς κόμματα και τελείες. Κατά έναν, όμως, ανεξήγητο τρόπο ένιωθα πως δεν ήσουνα απόλυτα ευτυχισμένος με τη φυγή σου. Δεν μπορούσες να δώσεις τρεις καλές δικαιολογίες γι’ αυτή. Κι εγώ υπόφερα απ’ αυτό το ξερίζωμα, μα η πιο ξεκάθαρα σκέψη ήταν: γιατί να μην εγκαταλείψουμε αυτή τη Γάζα και να φύγουμε; Γιατί όχι; Η κατάστασή σου είχε αρχίσει πια να καλυτερεύει το υπουργείο Παιδείας του Κουβέιτ σου έκλεισε συμβόλαιο, πράγμα που δεν έκαμε μαζί μου. Μέσα στην απέραντη δυστυχία που ζούσα μου ‘στελνες μικρά χρηματικά ποσά. Ήθελες να τα θεωρήσω σαν δάνεια, γιατί φοβόσουνα πως διαφορετικά θα ένιωθα προσβλημένος. Γνώριζες με κάθε λεπτομέρεια την οικογενειακή μου κατάσταση. Γνώριζες πως ο πενιχρός μισθός που έπαιρνα από τα στοιχεία της ΟΥΝΡΑ δεν έφτανε για να ζήσω τη μάνα μου, τη χήρα του αδερφού μου και τα τέσσερα παιδιά της.
– Άκουσε προσεκτικά. Να μου γράφεις κάθε μέρα ... κάθε ώρα ... κάθε λεπτό! Το αεροπλάνο φεύγει. Γεια σου! Ή μάλλον, ώσπου να ανταμώσουμε ξανά!
Τα παγωμένα χείλια σου αγγίξανε ελαφρά το μάγουλό μου, έστρεψες το πρόσωπό σου μακριά από μένα κατά τη μεριά του αεροπλάνου κι όταν με ξανακοίταξες διέκρινα τα δάκρυά σου.
Αργότερα μου έκλεισε συμβόλαιο το υπουργείο Παιδείας του Κουβέιτ. Δεν χρειάζεται να σου αφηγηθώ με λεπτομέρεια τη ζωή μου εκεί. Γιατί σου έγραφα πάντα για το καθετί ...
Η ζωή μου εκεί ήτανε άδεια και αποπνικτική σαν να ‘μουνα κανένα μικρό όστρακο, χαμένη μέσα στην καταπιεστική μοναξιά, μια νωθρή μάχη για ένα μέλλον τόσο σκοτεινό όσο κι η αρχή της νύχτας, εγκλωβισμένη σε μια φρικτή ρουτίνα, μια εμετική πάλη με το χρόνο. Όλα ήτανε αποπνιχτικά και βρώμικα. Όλη μου η ζωή κυλούσε νωθρά, δεν έβλεπα την ώρα να φτάσει το τέλος του μήνα.
Στα μέσα της χρονιάς, εκείνης της χρονιάς, οι εβραίοι βομβαρδίσανε την κεντρική επαρχία της Σάπχα και επιτεθήκανε με βόμβες και φλογοβόλα στη Γάζα, τη Γάζα μας. Κανονικά αυτό το γεγονός θα ‘πρεπε ν’ αλλάξει τη ρουτίνα της ζωής μου, όμως ούτε που το έλαβα ιδιαίτερα υπόψη. Σκόπευα ν’ αφήσω πίσω μου αυτή τη Γάζα και να πάω στην Καλιφόρνια, όπου θα ζούσα για τον εαυτό μου, τον εαυτό μου και μόνο, που είχε υποφέρει τόσο πολύ. Μισούσα τη Γάζα και τους κατοίκους της. Καθετί σ’ αυτή την ακρωτηριασμένη πόλη μου θύμιζε γκρίζους αποτυχημένους πίνακες φτιαγμένους από το χέρι κάποιου τρελού. Ναι, θα ‘στελνα στη μάνα μου και στη χήρα του αδερφού μου και στα παιδιά της ένα πενιχρό ποσό για να ζούνε, όμως κι εγώ θα ελευθερωνόμουνα επιτέλους από αυτό τον τελευταίο δεσμό, εκεί στην πράσινη Καλιφόρνια μακριά από τη δυσοσμία της ήττας, που για εφτά χρόνια γέμιζε τα ρουθούνια μου. Η συμπάθεια που μ’ έδενε με τα παιδιά του αδερφού μου, τη μάνα τους και τη δική μου δε θα ‘ταν ποτέ αρκετή δικαιολογία για να εξακολουθήσω να ζω μέσα σ’ εκείνη την απέραντα τραγική κατάσταση. Και δε θα ‘πρεπε να με παρασύρει ακόμα πιο πέρα από δω που είχα ήδη φτάσει. Πρέπει να φύγω μακριά!
Αυτά τα συναισθήματα τα νιώθεις, Μουσταφά, γιατί τα ‘χεις περάσει κι εσύ. Τί είναι αυτός ο απροσδιόριστος δεσμός που έχουμε με τη Γάζα και που περιορίζει τον ενθουσιασμό μας για φυγή; Γιατί δεν αναλύουμε με τέτοιο τρόπο το θέμα που να του δώσουμε μια ξεκάθαρη εξήγηση; Γιατί δεν αφήνουμε αυτή την ήττα με τις πληγές της πίσω μας και να ξεκινήσουμε για ένα φωτεινότερο μέλλον που θα μας δώσει πιο βαθιά παρηγοριά; Γιατί; Δεν ξέραμε ακριβώς γιατί.
Όταν πήγα διακοπές τον Ιούνιο και μάζεψα όλα τα προσωπικά μου αντικείμενα, λαχταρώντας τη γλυκιά αναχώρηση, το ξεκίνημα για όλα εκείνα τα μικροπραγματάκια που δίνουμε στη ζωή μια όμορφη, λαμπερή έννοια, βρήκα τη Γάζα έτσι όπως την ήξερα, κλεισμένη σε ένα κέλυφος σαλιγκαριού, με σκουριασμένο το εσωτερικό του, που το ξεράσανε τα κύματα στη βρώμικη αμμουδιά δίπλα εκεί στο σφαγείο. Αυτή η Γάζα ήταν ακόμα πιο μουδιασμένη κι από το μυαλό ενός κοιμισμένου ανθρώπου που αγωνίζεται ενάντια σ’ έναν τρομακτικό εφιάλτη, με τα στενά δρομάκια της που είχαν εκείνη την ιδιαίτερη μυρωδιά, τη μυρωδιά της ηττοπάθειας και της φτώχειας, τα σπίτια της με τα κρεμαστά μπαλκόνια ... αυτή η Γάζα! Ποιές είναι, όμως, εκείνες οι ανεξήγητες αιτίες που οδηγούν έναν άνθρωπο στο σπίτι του, στην οικογένειά του, στις αναμνήσεις του, όπως η πηγή ελκύει ένα μικρό κοπάδι αγριοκάτσικα από το βουνό; Δεν ξέρω. Το μόνο που ξέρω είναι πως εκείνο το πρωί πήγα στο σπίτι της μάνας μου. Σαν έφτασα, η γυναίκα του μακαρίτη του αδερφού μου ήρθε και με βρήκε και μου ζήτησε κλαίγοντας αν μπορούσα να πραγματοποιήσω την επιθυμία της Νάντιας, της κόρης της, που βρισκόταν πληγωμένη στο νοσοκομείο της Γάζας και να την επισκεφτώ εκείνο το βράδυ. Ξέρεις τη Νάντια, την όμορφη δεκατριάχρονη κόρη του αδερφού μου;
Εκείνο το βράδυ αγόρασα μια λίρα μήλα και ξεκίνησα να επισκεφτώ τη Νάντια στο νοσοκομείο. Ήξερα πως κάτι συνέβαινε και μου το κρύβανε η μάνα μου και η νύφη μου, κάτι που δεν ήμουνα σε θέση να το εντοπίσω. Αγαπούσα τη Νάντια από συνήθεια, την ίδια συνήθεια που μ’ έκανε να αγαπώ όλη εκείνη τη γενιά που μεγάλωσε μέσα στην ήττα και στον εκτοπισμό, που κατέληξε να πιστεύει πως η ευτυχισμένη ζωή είναι ένα είδος κοινωνικής παρέκκλισης.
Τί συνέβη εκείνη τη στιγμή; Δεν ξέρω. Μπήκα πολύ ήρεμος στο δωμάτιο. Τα άρρωστα παιδιά έχουν πάνω τους κάτι το άγιο, ιδιαίτερα ακόμα σαν η αρρώστια αυτών των παιδιών προέρχεται από οδυνηρές και φριχτές πληγές. Η Νάντια ήτανε ξαπλωμένη στο κρεβάτι της, η πλάτη της στηριζόταν σ’ ένα μεγάλο μαξιλάρι που πάνω του ήτανε απλωμένα τα μαλλιά της σαν μια χοντρή προβιά. Τα μεγάλα της άτια κρύβανε μια ανεξιχνίαστη σιωπή και ένα δάκρυ λαμπύριζε όλη την ώρα βαθιά μέσα στις μαύρες κόρες τους. το πρόσωπό της ήτανε ήρεμο κι ακίνητο, εκφραστικό, όμως, όπως θα μπορούσε να ήταν το πρόσωπο ενός μάρτυρα προφήτη. Η Νάντια ήτανε ακόμα παιδί, φαινότανε, όμως, περισσότερο από παιδί, πολύ μεγαλύτερο και μεγαλύτερη από παιδί, πολύ μεγαλύτερη.
– Νάντια!
Δεν έχω ιδέα αν ήμουνα εγώ που το είπα ή αν ήτανε κάποιος από πίσω μου. Σήκωσε, όμως, τα μάτια της κατά πάνω μου και τα ένιωσα να με λιώνουν σαν ένα κομμάτι ζάχαρη που πέφτει σ’ ένα καυτό φλιτζάνι τσάι. Μαζί με το ελαφρό χαμόγελό της άκουσα και τη φωνή της:
– Θείε! Ήρες μόλις τώρα από το Κουβέιτ;
Η φωνή τσάκισε στο λαιμό της και ανασηκώθηκε με τη βοήθεια των χεριών της και τέντωσε το λαιμό της προς τα μένα. Της χάιδεψα την πλάτη και κάθισα κοντά της.
– Νάντια! Σου έχω φέρει δώρα από το Κουβέιτ, πολλά δώρα. Θα περιμένω να σηκωθείς από το κρεβάτι, να ‘σαι γερή και δυνατή και τότε θα ‘ρθεις στο σπίτι μου να σου τα δώσω. Σου ‘φερα τα κόκκινα παντελόνια που μου ‘γραψες και τα ζήταγες. Ναι σου τα ‘φερα.
Ήταν ένα ψέμα, που το γέννησε η ένταση εκείνης της στιγμής, μόλις όμως το ανέφερα ένιωσα πως για πρώτη φορά στη ζωή μου έλεγα την αλήθεια. Η Νάντια τρεμούλιασε λες και την είχε διαπεράσει ηλεκτρικό ρεύμα και χαμήλωσε το κεφάλι της μέσα σε μια τρομαχτική σιωπή. Ένιωσα τα δάκρυά της να βρέχουν την ανάποδη του χεριού μου.
–Πες μου κάτι Νάντια! Δε θες τα κόκκινα παντελόνια;
Σήκωσε το βλέμμα της πάνω μου και ετοιμάστηκε να μιλήσει, σταμάτησε, όμως, έσφιξε τα δόντια και ξανάκουσα τη φωνή της να ‘ρχεται από πολύ μακριά.
–Θείε!
Άπλωσε το χέρι, ανασήκωσε το άσπρο κάλυμμα με τα δάχτυλα και μου έδειξε το πόδι της, που ήταν ακρωτηριασμένο ψηλά από το μηρό.
Φίλε μου ... Δε θα ξεχάσω ποτέ το πόδι της Νάντιας, ακρωτηριασμένο ψηλά από το μηρό. Όχι, ούτε θα ξεχάσω τον πόνο που ήταν διάχυτος στο πρόσωπό της και αποτυπώθηκε για πάντα στα χαρακτηριστικά της. Εκείνη τη μέρα έφυγα από το νοσοκομείο της Γάζας, κρατώντας σφιχτά στα χέρια μου με σιωπηλή ειρωνεία τις δυό λίρες που έφερα μαζί μου για να τις δώσω στη Νάντια. Ο πύρινος ήλιος έδινε στους δρόμους ένα αιμάτινο χρώμα. Και η Γάζα, Μουσταφά, ήταν κάτι εντελώς καινούργιο. Εσύ κι εγώ δεν την είδαμε ποτέ έτσι. Η πέτρινη στήλη στην αρχή της συνοικίας Σιατζίγια όπου ζούσαμε, είχε μιά σημασία, και την είχανε βάλει εκεί όχι για κανέναν άλλο λόγο μα για να μας κάνουν να τη νιώσουμε. Αυτή η Γάζα, που είχαμε ζήσει και οι καλοί της άνθρωποι, που περάσαμε μαζί τους εφτά χρόνια ήττας ήταν κάτι καινούργιο. Σε μένα φαινότανε πως ήταν απλά μια αρχή. Δεν ξέρω γιατί πίστευα πως ήταν απλά μια αρχή. Φανταζόμουνα πως ο κεντρικός δρόμος, που τον πήρα για να με φέρει πίσω στο σπίτι ήτανε μονάχα η αρχή ενός μακρινού δρόμου, που οδηγούσε στο Σαφάντ. Όλα στη Γάζα απόπνεαν δυστυχία που δεν περιοριζόταν στο κλάμα. Ήτανε μια πρόσκληση. Κάτι πέρα απ’ αυτό, ήταν κάτι σαν η αποκατάσταση του ακρωτηριασμένου ποδιού!
Πήρα τους δρόμους της Γάζας, τους δρόμους με το εκτυφλωτικό φως. Μου είπανε πως η Νάντια έχασε το πόδι της καθώς ρίχτηκε πάνω από τα μικρά της αδέρφια και τις αδερφάδες της για να τα προστατέψει από τις βόμβες και τις φλόγες που ζώσανε το σπίτι. Η Νάντια θα μπορούσε να σώσει τον εαυτό της, θα μπορούσε να τρέξει μακριά, να σώσει το πόδι της. Όμως δεν το ‘κανε.
Γιατί;
Όχι, φίλε μου, δε θα ‘ρθω στο Σακραμέντο και δε λυπάμαι γι’ αυτό. Όχι, κι ούτε θα τελειώσουμε μαζί αυτό που αρχίσαμε στην παιδική μας ηλικία. Εκείνο το ανεξήγητο συναίσθημα που είχες καθώς άφηνες τη Γάζα, εκείνο το μικρό συναίσθημα πρέπει να μεγαλώσει και να γίνει μέσα σου ένας γίγαντας. Πρέπει να απλωθεί, για να βρεις τον εαυτό σου, πρέπει να το αναζητήσεις εδώ ανάμεσα στα απαίσια ερείπια της ήττας.
Δε θα ‘ρθω κοντά σου. Μα να γυρίσεις εσύ σε μας! Γύρισε πίσω, για να μάθεις από το πόδι της Νάντιας, ακρωτηριασμένο ψηλά από το μηρό, τί είναι η ζωή και ποιά είναι η αξία της ύπαρξης.
Γύρισε πίσω, φίλε μου! Σε περιμένουμε όλοι.

Γράφτηκε στο Κουβέιτ το 1956



H 45χρονη χήρα Σάλμα (μια εξαιρετική Χίαμ Αμπάς).
Η λεμονιά
ΚΡΙΤΙΚΗ: ΝΙΝΟΣ ΦΕΝΕΚ ΜΙΚΕΛΙΔΗΣ
Lemon Tree/Eltz Limon.
Ισραήλ/Γαλλία, 2007.
Σκηνοθεσία: Εράν Ρικλίς.
Σενάριο: Εράν Ρικλίς, Σούχα Αράφ.
Ηθοποιοί: Χίαμ Αμπάς, Αλί Σουλιμά, Ρόνα Λιπάζ-Μιχαέλ.
106 λεπτά.
Σατιρική, πολιτική κωμωδία, με επίκεντρο τις προσπάθειες ενός Ισραηλινού υπουργού να ισοπεδώσει το κτήμα με τις λεμονιές μιας γειτόνισσας, Παλαιστίνιας χήρας στα σύνορα Ισραήλ - Δυτικής Οχθης.
Τον παραλογισμό, μαζί και το χάσμα που κυριαρχεί στην καθημερινή ζωή των απλών ανθρώπων εξαιτίας της ισραηλινο-παλαιστινιακής κρίσης, παρουσιάζει στην ταινία του «Η λεμονιά» ο Ισραηλινός σκηνοθέτης Εράν Ρικλίς. Παρόμοιο παραλογισμό που είχε δώσει πριν από μερικά χρόνια και πάλιν ο ίδιος στην ταινία «Η νύφη από τη «Συρία», καθώς και ο Ελία Σουλεϊμάν στη «Θεϊκή παρέμβαση». Με συνεργάτιδα στο σενάριο την Παλαιστίνια δημοσιογράφο Σούχα Αράφ, με την οποία είχε συνεργαστεί και στη «Νύφη από τη Συρία», ο Ρικλίς έφτιαξε μια όμορφη, ζεστή, διανθισμένη με χιούμορ, με έντονη όμως την πολιτική της θέση, ταινία.Πρωταγωνίστρια, η 45χρονη χήρα Σάλμα (μια εξαιρετική Χίαμ Αμπάς), η οποία, κάπου στα σύνορα ανάμεσα στο Ισραήλ και τη Δυτική Οχθη, φροντίζει ένα κτήμα με λεμονιές που είχε φυτέψει ο πατέρας της εδώ και πενήντα χρόνια. Οταν όμως ο νέος Ισραηλινός υπουργός Αμυνας αποφασίζει να φτιάξει το σπίτι του δίπλα στον κήπο της Σάλμα, η προσωπική του ασφάλεια αποφασίζει πως οι λεμονιές πρέπει να κοπούν για να εμποδίσουν τυχόν τρομοκράτες από κάποια επίθεση εναντίον του μέσα από τις λεμονιές. Ενώ η Σάλμα καταφεύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο για να προστατέψει τις λεμονιές της, ο στρατός και οι πράκτορες της ασφάλειας στήνουν ένα τείχος γύρω από τις λεμονιές, εμποδίζοντάς την να τις πλησιάσει, ακόμη και να τις ποτίσει -από τις πιο απολαυστικές σκηνές εκείνη με τους άντρες της φρουράς του υπουργού να στρέφονται τελικά στο απαγορευμένο κτήμα για λεμόνια που τα χρειάζονται στο πάρτι των καλεσμένων του.

Μέσα από την απλή αυτή ιστορία, ο Ρικλίς έφτιαξε μιαν απολαυστική πολιτική σάτιρα, αλληγορία για τις λεμονιές και το τείχος που χτίζεται γύρω τους, ταυτόχρονα και σχόλιο πικρό, ενώ βρίσκει την ευκαιρία να κάνει και μια κριτική πάνω στις ταξικές/κοινωνικές διαφορές: παράδειγμα, η γυναίκα του υπουργού, από τη μια, κλεισμένη στο δικό της, προστατευμένο «πύργο», χωρίς να μπορεί να έρθει σ' επαφή με την Παλαιστίνια γειτόνισσά της κι από την άλλη, η Σάλμα, που ο έρωτάς της για τον δικηγόρο εμποδίζεται από τους «προεστούς» του χωριού που θέλουν να διαφυλάξουν την «τιμή» της!
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 26/06/2008


_______________________________________

Μια γλυκόπικρη ταινία για το Παλαιστινιακό, η «Λεμονιά», που βραβεύτηκε στις Κάνες, βγαίνει την Πέμπτη στις αίθουσες
Μια λεμονιά στα σύνορα
Της ΕΥΑΝΝΑΣ ΒΕΝΑΡΔΟΥ
(venardu@enet.gr)
Οταν μιλάμε για το Παλαιστινιακό, το χιούμορ συνήθως δεν έχει καμία θέση. Οι όποιες ταινίες για το θέμα είναι καταγγελτικές. Οχι όμως και η βραβευμένη στο Βερολίνο «Λεμονιά» (από την Πέμπτη στα σινεμά). Πραγματικοί ήρωες της ταινίας του Ισραηλινού Εράν Ρικλίς είναι μερικές εκατοντάδες λεμονιές που είχαν την ατυχία να φυτρώσουν σε επίμαχο έδαφος, δηλαδή στην πράσινη γραμμή. Σ' ένα κτήμα μιας γοητευτικής παλαιστίνιας χήρας με μοναδικό έσοδο τα λεμόνια.
Οταν όμως ο υπουργός Αμύνης του Ισραήλ και η ομορφή σύζυγός του αποφασίζουν να μετακομίσουν σ' ένα σπίτι που συνορεύει με τις λεμονιές της, οι ισραηλινές δυνάμεις ασφαλείας θορυβούνται: ο λεμονόκηπος αποτελεί απειλή για την ασφάλεια του υπουργού, αφού εύκολα κάποιος θα μπορούσε να κρυφτεί εκεί. Και διατάζουν να ξεριζωθούν τα δέντρα. Η Παλαιστίνια θα φτάσει μέχρι το Ανώτατο Δικαστήριο του Ισραήλ. Και στην πορεία, θα ερωτευτεί τον παλαιστίνιο δικηγόρο της.

Η ταινία απέσπασε το βραβείο κοινού στο «Πανόραμα» του Φεστιβάλ Βερολίνου, και, όπως μας είπε ο σκηνοθέτης της, ένας από τους γνωστότερους του Ισραήλ, βασίζεται σε αληθινή ιστορία.«Συνέβη κάποια χρονιά πριν, κοντά στο σπίτι του τότε υπουργού Αμύνης, και δεν πήρε μεγάλη δημοσιότητα, όμως η ιστορία μού φάνηκε φοβερά ενδιαφέρουσα. Η ταινία μάς αφορά όλους. Τα ζητήματα ασφάλειας και άμυνας δημιουργούν συνεχώς παρανοϊκές καταστάσεις που συχνά βλάππτουν τους ανθρώπους».«Ενα τείχος δεν είναι η λύση»-Αλήθεια, θα πήγαινε ποτέ ένας ισρηλινός υπουργός Αμύνης να ζήσει δίπλα στα εδάφη του «εχθρού»;«Ναι. Η ισραηλινή νοοτροπία είναι πως μας επιτρέπεται δικαιωματικά να ζούμε όπου θέλουμε. Πολλές νέες ισραηλινές πόλεις είναι χτισμένες πάνω στα σύνορα με τα παλαιστινιακά εδάφη -σαν μια πολιτική δήλωση, αλλά και επειδή πρόκειται για όμορφες περιοχές και όχι τόσο ακριβές...».-Η ιστορία με τις λεμονιές ακούγεται πράγματι παρανοϊκή. Ομως ένας βομβιστής θα μπορούσε όντως να κρυφτεί ανάμεσά τους.«Και οι δύο πλευρές έχουν το δίκιο τους. Η μόνη λύση φυσικά είναι η ειρήνη, αλλά στο μεταξύ, μια και δεν είμαι αφελής, φαντάζομαι πως πρέπει να βρούμε πρακτικούς τρόπους να ζούμε μαζί. Ομως το να ορθώνουμε ένα τεράστιο τείχος ή να κόβουμε δέντρα, σίγουρα δεν είναι η λύση».-Η ταινία σας αποτελεί ένα έμμεσο σχόλιο στην ισραηλινή στρατιωτική επιθετικότητα;«Δεν μ'αρέσει να βομβαρδίζω το κοινό με ξεκάθαρα μηνύματα. Η "Λεμονιά" μιλάει για τη σύγχυση στη Μέση Ανατολή. Είναι μια ταινία για τους Παλαιστίνιους όσο είναι και για τους Ισραηλινούς. Και οι δύο πλευρές υποφέρουν, εύχονται για την ειρήνη και όμως κάνουν όλες τις λάθος κινήσεις για να την πετύχουν».-Τους αντιμετωπίζετε και με κάποιο χιούμορ...«Ναι, γιατί πιστεύω πως το χιούμορ, σε μια τέτοια ταινία, είναι ο καλύτερος τρόπος να εξουδετερώσεις το πιθανό αίσθημα ανταγωνισμού εκ μέρους του κοινού. Κάνω ταινίες για ανθρώπους -και οι δύο αυτές πλευρές είναι πρώτ' απ' όλα άνθρωποι που βρίσκονται αντιμέτωποι με καταστάσεις που δεν μπορούν να ελέγξουν».-Οι Παλαιστίνιοι απεικονίζονται πολύ θετικά μέσα από την ηρωίδα, αλλά τον θεατή απωθεί η αντίδραση κάποιων άλλων, στο καφενείο, που αποκρούουν με ψυχρότητα την έκκλησή της για βοήθεια, απλώς επειδή είναι γυναίκα. «Δεν είναι μόνο θέμα των μουσουλμάνων αυτό. Αλλά μια Παλαιστίνια, και μάλιστα χήρα, υποτίθεται πως δεν προβάλλει αντίσταση όπως η Σάλμα. Ολοι περιμένουν από αυτήν είτε να μείνει μόνη, είτε να παντρευτεί κάποιον από την οικογένεια του συζύγου της. Δεν δικαιούται να ερωτευτεί ή να παντρευτεί ένα νεότερο άντρα».-Η ισραηλινή σύζυγος υπουργού, που αρχίζει να ασφυκτιά με όλα αυτά τα μέτρα ασφαλείας, και η Παλαιστίνια, που εξαιτίας τους, κινδυνεύει να χάσει τα πάντα, έρχονται ψυχικά κοντά. Μήπως υπονοείτε πως η γυναικεία ευαισθησία μπορεί να φέρει κάποια λογική σε όλ' αυτά;«Δεν είμαι σίγουρος. Εχουμε δει πολύ άσχημα παραδείγματα γυναικών στην εξουσία. Νομίζω πως αυτό που με ενδιέφερε είναι να δείξω πόσο σημαντικό είναι να δείχνουμε ευαισθησία απέναντι στον "άλλο"».-Οι ισραηλινές αρχές δεν ενοχλήθηκαν από την ταινία;«Το Ισραήλ είναι μια πραγματική δημοκρατία, έτσι δεν είχα τέτοια προβλήματα. Αντιθέτως, το φιλμ υποστηρίχθηκε από το Ταμείο Κινηματογράφου. Το πρόβλημά μου ήταν το κοινό. Ενώ η προηγούμενη ταινία μου "The syrian bride" ήταν μεγάλη επιτυχία στο Ισραήλ, η "Λεμονιά" δεν είχε την ίδια τύχη. Ισως γιατί η ιστορία αυτή χτύπησε κάποια ευαίσθητα νεύρα σε σχέση με τους Παλαιστίνιους. Με ενδιέφερε, όμως, η ιδέα ότι κάποιος με τόσο μεγάλη εξουσία, όπως ένας υπουργός Αμύνης, καλείται να χειριστεί ένα τόσο μικρό ζήτημα. Δεν ξέρω αν είδε την ταινία ο νυν υπουργός, πάντως γνωρίζω πως την παρακολούθησαν πολλοί στρατηγοί και την αγάπησαν».
7 - 22/06/2008


_______________________________________


Ο Ζαν Κριστόφ Σαΐς με το κείμενο της «Ανδρομάχης» ανά χείρας στις δοκιμές του
Η Ανδρομάχη είναι ξένη και ηττημένη Γιατί όχι, Παλαιστίνια;
Της ΙΩΑΝΝΑΣ ΚΛΕΦΤΟΓΙΑΝΝΗ
Ανατολή-Δύση. Αραβες-Γάλλοι. Τρώες- Ελληνες. Πάνω σε δίπολα ισορροπεί η γαλλοσυριακή «Ανδρομάχη» του Ζαν Κριστόφ Σαΐς. Γάλλος με συριακές ρίζες, ο σκηνοθέτης στην ουσία δεν έκανε τίποτε άλλο απ' το να μεταγγίσει στην τραγωδία του Ευριπίδη τη δική του διττή ταυτότητα. Συγχρόνως, στην πολυαναμενόμενη δουλειά του (θα τη δούμε στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών), εμμέσως είναι παρούσα η σύγχρονη συγκυρία, που έχει χωρίσει τον κόσμο σε κακούς μουσουλμάνους και καλούς δυτικούς.

Ο Ζαν Κριστόφ Σαΐς με το κείμενο της «Ανδρομάχης» ανά χείρας στις δοκιμές του«Η σημερινή πολιτική κατάσταση μας δίνει συχνά την εντύπωση πως κάνουμε ένα διάλογο κωφών», διατείνεται ο Σαΐς. «Θα έπρεπε το θέατρο να μετακινήσει τα καλλιτεχνικά και πολιτιστικά σύνορα και να συμβάλει στην εγρήγορση των αισθήσεων και της ευαισθησίας μας. Αλλωστε, η Μέση Ανατολή δεν ήταν ποτέ άλλοτε τόσο παρούσα στη σκέψη μας».Γι' αυτόν το λόγο, στην παράστασή του η «ξένη» Ανδρομάχη (στο ρόλο η Σύρια Χάλα Ομράν), λάφυρο κι ερωμένη του γιου του Αχιλλέα Νεοπτόλεμου, γίνεται μιά σύγχρονη Παλαιστίνια, που ορθώνει το ανάστημά της απέναντι στην αλαζονεία των «δυτικών» Ελλήνων: την Ερμιόνη και τον Μενέλαο. «Εάν επέλεξα να εργαστώ με ηθοποιούς απ' τη Συρία, αυτό συνέβη γιατί είναι "ξένες" στην Ευρώπη, όπως ήταν πριν από χιλιετίες οι Τρωαδίτισσες στην Ελλάδα», τονίζει ο Σαΐς. «Ηθελα να δούμε πάνω στη σκηνή με θεατρικούς όρους τις διαφορές των δυο λαών: τους Ελληνες, που ενσαρκώνονται από Γάλλους, και τους Τρώες, που προέρχονται απ' τη Δαμασκό. Με αυτό τον τρόπο η σύγκρουση των δυο λαών μετατρέπεται σε σύγκρουση των δύο γλωσσών». Η Ανδρομάχη ωστόσο αποτελεί εξαίρεση: «Βρίσκεται στο σημείο ζεύξης των δυο γλωσσών και των δύο κόσμων», αφού μιλά και γαλλικά και αραβικά. Τη σημασία της χρήσης δυο γλωσσών στην παράσταση ο Σαΐς την υπογραμμίζει με ένα απτό παράδειγμα, από τη σκηνή που ο Μενέλαος σέρνει μαζί του το γιο της Ανδρομάχης και του Νεοπτόλεμου, Μολοσσό. Φθάνοντας στο ναό της Θέτιδας, ο Ελληνας βασιλιάς απειλεί ότι αν ο μικρός δεν φύγει από τη χώρα θα τον θανατώσει. «Το παιδί δεν καταλαβαίνει τις απειλές, γιατί η γλώσσα του Μενελάου τού είναι άγνωστη. Υπάρχει αγριότητα στο γεγονός ότι το αγόρι δεν καταλαβαίνει την ελληνική γλώσσα. Ο Μενέλαος ξεστομίζει απειλές ενώ παίζει μαζί του. Ο λόγος δεν ταιριάζει με την πράξη. Υπάρχει μια φρικαλεότητα στον τρόπο με τον οποίο γίνονται κι εννοούνται τα πράγματα μέσα απ' τις δύο γλώσσες», υποστηρίζει ο Σαΐς. «Το εύρημα της διγλωσσίας μού επιτρέπει να παίξω, όμως, σκηνικά και με την αθωότητα, την ειλικρίνεια της παιδικής ηλικίας».Η Ανδρομάχη είναι νικήτριαΤι εκπροσωπεί η Ανδρομάχη, που ολομόναχη, με την υποστήριξη των γυναικών της Φθιώτιδας, του Χορού, προσπαθεί να τα βάλει με την ανεξέλεγκτη εξουσία των ισχυρών Ελλήνων; Το πεπρωμένο του ηττημένου; «Η Ανδρομάχη δεν είναι ηττημένη», απαντά ο Σαΐς. «Η Ανδρομάχη και στην τραγωδία και στην παράστασή μου είναι η μοναδική νικήτρια. Διασώζεται, όπως κι ο γιος της, που θα επιζήσει για να ιδρύσει μια δυναστεία βασιλιάδων. Είναι οι δυο μεγάλοι νικητές. Οι μεγάλοι ηττημένοι είναι η Ερμιόνη και ο Μενέλαος».Τη διττή φύση και ταυτότητα της παράστασης ο σκηνοθέτης δεν την εκλαμβάνει ως «εκσυγχρονισμό». Αλλωστε, η θέση του επί του θέματος είναι ξεκάθαρη: «Η ελληνική τραγωδία δεν χρειάζεται κανενός είδους "εκσυγχρονισμό". Η τραγωδία έχει σχέση με το σήμερα όπως έχει με το αύριο, με το χθες, με ό,τι είναι παγκόσμιο, πανανθρώπινο, διαχρονικό. Η μεταφορά σε ένα σύγχρονο context φτωχαίνει τα κείμενα». Τι πρέπει να κάνουμε; «Να επεξεργαζόμαστε με τρόπο απλό, χωρίς παρεμβάσεις, τα μυθολογικά στοιχεία και το "σχήμα" των χαρακτήρων. Χωρίς ποτέ να ξεχνάμε ότι ένας πόλεμος παραμένει πόλεμος σε οποιαδήποτε εποχή. Θα έλεγα πάντως ότι δεν είναι το πρόβλημα του πολέμου που πρέπει να μας απασχολεί στην "Ανδρομάχη", αλλά το πρόβλημα της ανθρώπινης ύπαρξης. Η παράστασή μου εστιάζει στο πώς μπορεί κανείς να υπερασπιστεί τον εαυτό του».Εχει συγκεκριμένη θεατρική μέθοδο; «Εργάζομαι πάντα στηριγμένος στη γραφή, στη "μοίρα" του κειμένου. Δεν έχω εικόνες με τις οποίες θέλω να καλύψω το έργο ή μια σύλληψη που επιθυμώ να επιβάλω. Στη σκηνή δεν μεταφέρω τίποτα περισσότερο από αυτό που είναι γραμμένο. Δεν αυθαιρετώ. Και θεωρώ ότι η μοναδικότητα του κειμένου γεννά την ποίηση».Το θέατρο, καινούργιο για τους ΑραβεςΣε ποιον απευθύνεται η παράστασή του; «Στους πάντες. Προσωπικά κάνω θέατρο επειδή είμαι ερωτευμένος με συγκεκριμένα κείμενα και έχω την επιθυμία να αφηγηθώ τις ιστορίες τους». Υπάρχει αραβικό θέατρο; Είναι παραδοσιακό, λαογραφικό; «Δεν υπάρχει αραβικό θέατρο», αποκαλύπτει ο Σαΐς. «Οι Αραβες δεν έχουν τη θεατρική παράδοση που υπάρχει στην Ευρώπη. Το θέατρο γι' αυτούς είναι κάτι πρωτόγνωρα καινούργιο, τη στιγμή που η δραματική τέχνη στην Ευρώπη υπάρχει από την αρχαιότητα».Η πολιτική διατείνεται ότι δεν τον αφορά. Εντούτοις, βλέπει να μπορεί να υπάρξει σημείο σύγκλισης ανάμεσα στον αραβικό και τον δυτικό κόσμο; «Αυτό το ερώτημα ανήκει στους πολιτικούς και ενδεχομένως στο κοινό που θα έρθει να δει την παράσταση. Εγώ δεν ξέρω τίποτα. Ούτε προτίθεμαι να απαντήσω με την "Ανδρομάχη" σε ερωτήματα για την πολιτική. Εν πάση περιπτώσει, το ζητούμενο για ειρήνη μεταξύ Δύσης και Ανατολής είναι παρόν σε όλες τις εποχές. Δεν ήταν δηλαδή πιο έγκυρο χθες από ό,τι είναι σήμερα ή θα είναι αύριο». *
2 - 14/06/2008

_______________________________________




ΤΕΣΣΕΡΙΣ «βόμβες» στην καρδιά του κατεστημένου.

Aνατρέπουν την εικόνα για τη Μ. Ανατολή:
«Συριάνα», «Μόναχο», «Παράδεισος τώρα» και «Θεϊκό χέρι».

Ταινίες «καμικάζι» στο Χόλιγουντ
Των ΕΛΙΖΑΜΠΕΤΤΑΣ ΚΑΖΑΛΟΤΤΙ - ΝΑΣΙΜ ΑΛΑΤΡΑΣ
Τα τελευταία τρία χρόνια το Χόλιγουντ βρέθηκε στη δίνη των διεθνών εξελίξεων στη Μέση Ανατολή. Τις δύο τελευταίες δεκαετίες η αμερικανική βιομηχανία κινηματογράφου παρουσίαζε τους Αραβες μόνον ως τρομοκράτες, απολίτιστους και άπληστους. Σχεδόν το 90% της συνολικής κινηματογραφικής παραγωγής, για θέματα της περιοχής, αντικατόπτριζε την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ.
Καΐς Νασέφ και Αλι Σουλιμάν στην ταινία «Παράδεισος τώρα». Το Ισραήλ «έκοψε» τη λέξη... Παλαιστίνη από την ταινία!Μετά το θάνατο του Μακ Κάρθι, το Χόλιγουντ προσπάθησε να απεγκλωβιστεί από το βάρος της μαύρης λίστας. Για τρεις δεκαετίες έδωσε βήμα στους «αντιρρησίες» σκηνοθέτες Κόπολα και Σκορσέζε και τους μετέπειτα Στόουν και Μάικλ Τσιμίνο. Σήμερα το ρόλο του Μακ Κάρθι συχνά αναλαμβάνει το εβραϊκό λόμπι, αντικαθιστώντας τους προοδευτικούς συμμάχους του παρελθόντος με τα πιο αναχρονιστικά χριστιανικά κινήματα της Αμερικής. Θύματα της νέας αυτής συμμαχίας δεν είναι μόνο τα έργα μετριοπαθών Παλαιστίνιων σκηνοθετών αλλά και Αμερικανών, όπως του Εβραίου σκηνοθέτη Στίβεν Σπίλμπεργκ και τη νέα του ταινία «Μόναχο». Και αυτό επειδή εκεί ο τελευταίος τόλμησε να δει τον κόσμο της Μέσης Ανατολής με μια διαφορετική ματιά από εκείνη που μέχρι τότε παρουσιαζόταν για δύο δεκαετίες στην Αμερική. «Ρήγμα» στο κατεστημένοΤα τελευταία χρόνια τέσσερα έργα, το «Μόναχο», το «Παράδεισος τώρα», το «Συριάνα» και το «Θεϊκό χέρι», έσκασαν σαν βόμβες στην καρδιά του κατεστημένου. Παρ' όλο που δεν ανταποκρίνονταν στις προσδοκίες των Αράβων πολιτών, εν τούτοις δεν απέρριπταν μια διαφορετική ματιά για τον κόσμο τους. «Η αμερικανική ακαδημία κινηματογράφου φέτος», έγραψαν μερικοί κριτικοί του κινηματογράφου, «είχε την πρόθεση να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο κατέτασσε τους Αραβες, όμως δεν τα κατάφερε, εξαιτίας του ασφυκτικού κλοιού πολιτικών πιέσεων». Χαρακτηριστικό είναι ότι το Ισραήλ κατάφερε να παραγραφεί το ονόμα Παλαιστίνη στο σημείο που αναφέρθηκε η χώρα προέλευσης του έργου «Παράδεισος τώρα», επιστρατεύοντας μάλιστα το «εμπόριο» των υπογραφών από οικογένειες νεκρών Ισραηλινών από βομβιστικές επιθέσεις Παλαιστίνιων καμικάζι.
Ο Τζορτζ Κλούνεϊ σε μια σκηνή της ταινίας «Συριάνα», που ξεσκεπάζει την πολιτική των ΗΠΑ στη Μ. ΑνατολήΟ νέος παλαιστινιακός κινηματογράφος, που ξεκίνησε μαζί με τον ένοπλο απελευθερωτικό αγώνα στη δεκαετία του '60, δεν μπορεί πια να χαρακτηριστεί ανύπαρκτος ούτε ανυπόστατος. Τα τελευταία τρία χρόνια παρουσίασε αρκετά έργα. Τα έργα αυτά δεν στηρίζονται στο οργανωμένο κράτος -που εξάλλου δεν υπάρχει ακόμα- αλλά σε πρωτοβουλίες πολιτών εκτός και εντός της κατεχόμενης Παλαιστίνης. Παρ' όλο αυτά ταινίες του παλαιστινιακού κινηματογράφου, χωρίς ούτε οργάνωση παραγωγής και διανομής, καταφέρνουν να βγουν και να διακριθούν στο εξωτερικό. Βρίσκουν όμως συχνά απέναντί τους το νέο μακαρθισμό: το διεθνές εβραϊκό λόμπι, το οποίο επηρεάζει συχνά τα έργα που διεκδικούν βραβεία. Τελευταία μάλιστα ασχολείται και με τα μικρά θεατρικά έργα. Παράδειγμα, εκείνο το οποίο θα ανέβαζε νεοϋορκέζικο θέατρο για τη ζωή της Αμερικανίδας Ραχήλ (Rachel Corrie), που τη συνέθλιψε μια μπουλντόζα του ισραηλινού στρατού, όταν η Ραχήλ προσπαθούσε να τη σταματήσει από την κατεδάφιση οικίας Παλαιστινίου στη Γάζα. Τα τελευταία χρόνια όχι μόνον ο παλαιστινιακός κινηματογράφος αλλά και ο αραβικός έκαναν αρκετά τολμηρά βήματα προς το Χόλιγουντ και πολλά άλλα προς τον περισσότερο ανθρώπινο ευρωπαϊκό κινηματογράφο. Επίσης πολλά έργα Ευρωπαίων σκηνοθετών παρουσιάστηκαν στον αραβικό κόσμο. Αυτό σε καμία περίπτωση δεν ήχησε και δεν ηχεί ευχάριστα στα αυτιά όσων θέλουν ακόμη να ταυτίζουν ό,τι είναι παλαιστινιακό ή αραβικό με την υποκουλτούρα και την «τρομοκρατία», όπως αυτή συχνά ερμηνεύεται, ως απειλή δηλαδή για το δυτικό πολιτισμό, για την ασφάλεια και τις αξίες. Εξαίρεση στη θετική προσέγγιση των έργων με πολιτικές προεκτάσεις εκ μέρους τον Ευρωπαίων αποτέλεσε τελευταία η σύλληψη και ανάκριση των ηθοποιών της ταινίας «Ο δρόμος προς το Γκουαντάναμο», που τιμήθηκε με την Αργυρή Αρκτο Σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ του Βερολίνου. Για τη σύλληψη αυτή μάλιστα οι βρετανικές αρχές δήλωσαν κυνικά: «Πραγματοποιήθηκε έλεγχος στους ηθοποιούς, όχι μόνο λόγω του θέματος της ταινίας, αλλά και επειδή συνταξίδευαν με πρώην κρατουμένους στο Γκουαντάναμο». «Μικρές ισόβιες» της CIAΕπίσης δεν είναι γνωστή στην Ελλάδα η ιστορία μιας ταινίας που στα τέλη της δεκαετίας του '90 ξεσήκωσε τη CIA στην Ιταλία.Πρόκειται για την ταινία «Μικρές Ισόβιες» των Pablo Echaurren, Valerio Fioravanti και Francesca d'Aloιa.

Η ταινία, που παρουσιάστηκε το 1997 στο Φεστιβάλ της Βενετία και το '98 στο Biarritz, είναι ολοκληρωτικά γυρισμένη στις φυλακές Rebibbia της Ρώμης. Πρωταγωνιστούν οι τρόφιμοι μιας πτέρυγας των φυλακών που υποδύονται τους εαυτούς τους περιγράφοντας στιγμιότυπα της καθημερινότητάς τους. Ανάμεσά τους είναι ο Paulo de Almeida που από τους πρώτους συνδέθηκε με τους Αραβες μουτζαχεντίν. Ο Πορτογάλος υπήκοος, μουσουλμάνος στο θρήσκευμα, είχε καταδικαστεί για απόπειρα ανθρωποκτονίας εναντίον του έκπτωτου μονάρχη του Αφγανιστάν Μοχάμαντ Ζάχερ Σαχ. Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες ο De Almeida το 1991 είχε αποπειραθεί να δολοφονήσει τον μονάρχη στη Ρώμη είχαν θεωρηθεί ιδιαίτερα ύποπτες από τις τότε αστυνομικές αρχές της Ιταλίας. Ο Πορτογάλος, υποδυόμενος τον πιστό οπαδό του έκπτωτου βασιλιά, τον είχε επισκεφτεί για να του προσφέρει ένα γιαταγάνι ως ένδειξη υποταγής. Είχε καταφέρει με αυτόν τον τρόπο να ξεγελάσει τη φρουρά του βασιλιά. Στη συνέχεια ο De Almeida είχε επιτεθεί με το ίδιο το γιαταγάνι στο μονάρχη προκαλώντας το σοβαρό τραυματισμό του. Είχε συλληφθεί, καταδικαστεί και εκτίσει την ποινή του στις φυλακές Rebibbia της Ρώμης - αναλαμβάνοντας σε αυτό το διάστημα τη διανομή του συσσιτίου στους συγκρατούμενούς του. Εκεί τον βρήκε ο φακός των σκηνοθετών της ταινίας «Μικρές ισόβιες» και τον απαθανάτισε.Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με το ότι ένας από τους σκηνοθέτες της ταινίας, ο Valerio Fioranti, ήταν και αυτός κρατούμενος και καταδικασμένος σε ισόβια για τη δολοφονική τρομοκρατική ενέργεια στην Μπαλόνια της Ιταλίας ήταν αφορμή για πολυάριθμες επερωτήσεις στην ιταλική Βουλή και για επανειλημμένες εκδηλώσεις ενδιαφέροντος εκ μέρους της CIA. Ενας διάλογος είχε ξεκινήσει με αυτήν την αφορμή στη γειτονική μας χώρα με αντικείμενο τα δικαιώματα των κρατουμένων και το στόχο της ποινής. Οι συντελεστές της ταινίας, ανάμεσά τους ο Pablo Echaurren, καταξιωμένος στην Ιταλία καλλιτέχνης και γιος του κορυφαίου Χιλιανού ζωγράφου Sebastian Matta, ισχυρίζονταν ότι οι φυλακές δεν είναι αόρατες στους υπολοίπους αποθήκες για εγκληματίες, αλλά είναι μέρος μιας κοινωνίας και οφείλουν να θεωρηθούν πάνω απ' όλα τόπος αναμόρφωσης και προετοιμασίας των κρατουμένων στην επανένταξή τους. Και η ίδια ταινία εξάλλου εντάσσοταν σε μια ευρύτερη προσπάθεια αναβάθμισης των φυλακών (ο Echaurren, εμπνευστής της ταινίας, προτού ξεκινήσει τα γυρίσματα, επισκεπτόταν στο πλαίσιο προγράμματος του δήμου τακτικά τις φυλακές και είχε εκεί οργανώσει ένα πρότυπο εργαστήριο καλλιτεχνικής έκφρασης).Το εξαιρετικό καλλιτεχνικό αποτέλεσμα της ταινίας και τα θετικά σχόλια κριτικών και κοινού δικαίωσαν τελικά τις προθέσεις των συντελεστών. Η ταινία παρουσιάστηκε στην ιταλική κρατική τηλεόραση και αποτέλεσε σταθμό στην Ιταλία για ένα είδος κινηματογράφου με κοινωνικές προεκτάσεις.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 01/04/2006

______________________________________


Εφταήμερο αφιέρωμα στον κινηματογράφο της Παλαιστίνης από αύριο
Και όμως, κάνουν σινεμά
«Ο κινηματογράφος, που ξεκίνησε μαζί με την εξέγερση Ιντιφάντα στη δεκαετία του '60, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ανύπαρκτος ή και ανυπόστατος. Οι ταινίες που κάνουμε δεν στηρίζονται από μια οργανωμένη κοινωνία, ένα οργανωμένο κράτος, μια πολιτεία που εκφράζει ένα έθνος. Οι ταινίες μας δεν παίζονται καν στην Παλαιστίνη, αφού δεν υπάρχουν κινηματογράφοι, ούτε οργάνωση παραγωγής και διανομής. Δεν υπάρχει η δική μας κοινωνία που να περιμένει τις ταινίες μας...».
Ο Μισέλ Κλέιφι, βραβευμένος Παλαιστίνιος σκηνοθέτης που ζει κύριως στη Γαλλία, μπορεί να ακούγεται απογοητευτικός, είναι όμως ρεαλιστής. Ο κινηματογράφος στη χώρα του δεν υπάρχει. Τα τελευταία χρόνια γίνονται κάποια σημαντικά βήματα για να τον γνωρίσουν άλλα κράτη, μακριά από την ταραγμένη Μέση Ανατολή. Το σημαντικότερο βήμα έγινε φέτος, με τη συμμετοχή της ταινίας «Θεϊκή παρέμβαση» του Παλαιστίνιου Ελία Σουλεϊμάν -για πρώτη φορά- στο Φεστιβάλ των Κανών. Μια ταινία σημαντική, η οποία απέσπασε το βραβείο καλύτερης ταινίας του επίσημου τμήματος από τη FIPRESCI. ΑπαγορευμένεςΟ Μισέλ Κλέιφι βρίσκεται από χθες στην Αθήνα για το εφταήμερο αφιέρωμα «Ιντιφάντα και κινηματογράφος», που ξεκινά αύριο στον κινηματογράφο «Τριανόν» (Κοδριγκτώνος 21) και θα διαρκέσει έως τις 13 Ιουνίου, οργανωμένο από τη συνάντηση μεσογειακού ανθρωπισμού «Αθήνα-Παλαιστίνη 2002». «Οι Παλαιστίνιοι βλέπουν τις ταινίες στο βίντεο», μας έλεγε χθες στη συνέντευξη Τύπου, «καθώς πολλές είναι απαγορευμένες ακόμη και στα γύρω αραβικά κράτη. Ο παλαιστινιακός κινηματογράφος έχει να αντιμετωπίσει ακόμη και τα μπλόκα των Ισραηλινών από πόλη σε πόλη, στα οποία ελέγχονται μηχανήματα και υλικά. Οι παραγωγοί των ταινιών μας είναι συνήθως ευρωπαϊκά τηλεοπτικά κανάλια...» Στο εφταήμερο αφιέρωμα θα προβληθούν περίπου 25 ταινίες και αρκετά αφιερώματα, όπως για τις γυναίκες και τα παιδιά της Παλαιστίνης, ενώ στην Ελλάδα βρίσκονται ήδη κι άλλοι γνωστοί και βραβευμένοι Παλαιστίνιοι σκηνοθέτες, όπως οι Σούμπχι Ζουμπαϊντί, Ρασίντ Μασαράουι, Λιάνα Μπαντρ, Χ. Κάγιεντ, οι οποίοι και θα προλογίσουν τις ταινίες τους, αλλά και ο δικός μας Ροβήρος Μανθούλης, του οποίου θα προβληθεί η ταινία «Η δική μου Χάιφα». Παράλληλες εκδηλώσειςΕνδιαφέρουσες είναι και οι παράλληλες εκδηλώσεις, όπως η ημερίδα για το παλαιστινιακό ζήτητημα «Ιστορία και εσχατολογία», την Κυριακή (10 μ.μ.) στο «Τριανόν», με συντονιστή τον Δήμο Θέο και ομιλητές τους Χρ. Γιαλουρίδη, Λεωνίδα Αποσκίτη, Ντίμα Αχμάντ, Αλέκο Κούτση κ.ά. Επίσης, η συναυλία της Γιώτας Βέη με τον Παλαιστίνιο μουσικό Μπάσελ Ζαγιάντ αύριο στις 10.30 μ.μ. (την Κυριακή και την Τετάρτη στις 7 μ.μ.) στο «Τριανόν», το αυριανό ποιητικό και θεατρικό αναλόγιο (και το Σάββατο) με κείμενα των Μαχμούτ Νταρουίς, Ταουφίκ Ζαγιάντ, Γιάννη Ρίτσου, Νικηφόρου Βρεττάκου, Αζίζ Νεσίν κ.ά. με τους Εύα Κοταμανίδου, Αντώνη Αντωνίου, Κάτια Γέρου, Γιώργο Γεωγλερή, Νίκο Δαφνή. Από απόψε, στο Πεδίον του Αρεως θα φιλοξενηθεί έκθεση φωτογραφίας από την ιστορία και τους αγώνες του παλαιστινιακού λαού. Το εφταήμερο γίνεται έπειτα από πρωτοβουλία της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών και την υποστήριξη της ΓΣΕΕ και της Ανώτατης Διοίκησης Ενώσεων Δημοσίων Υπαλλήλων (ΑΔΕΔΥ) και πολλά ακόμη σωματεία, όπως ΠΕΚΚ, ΕΤΕΚΤ, ΠΟΣΠΕΡΤ, ΣΕΗ κ.ά.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 06/06/2002




Επετειακή έκδοση της «Παλαιστίνης»
Το κόμικ της Δυτικής Οχθης
Του ΧΡΗΣΤΟΥ ΞΑΝΘΑΚΗ
«Αν εξαιρέσει κανείς έναν ή δύο λογοτέχνες, ουδείς κατάφερε να περιγράψει την κατάσταση καλύτερα από τον Σάκο» σχολίασε ο Εντ. Σαΐντ για τον σπουδαίο κομίστα (φωτ.)..«Πήγα στα κατεχόμενα γιατί δεν είχα άλλη επιλογή. Οταν άρχισα να καταλαβαίνω το μέγεθος της καταπίεσης των Παλαιστινίων αισθάνθηκα πολύ άσχημα, ένιωσα υποχρεωμένος να δράσω. Το ξέρω -και μου το έχουν πει- ότι και σε άλλα μέρη του κόσμου βασιλεύει αδικία και ίσως υπάρχουν σήμερα και περισσότερα θύματα. »Δύο πράγματα, ωστόσο, με ώθησαν να ασχοληθώ ειδικά με την Παλαιστίνη: Πρώτον, γιατί είμαι αμερικανός φορολογούμενος του οποίου τα λεφτά χρησιμοποιούνται για τη διαιώνιση της κατοχής. Και, δεύτερον, γιατί ως απόφοιτος της δημοσιογραφικής σχολής του Πανεπιστημίου του Ορεγκον είμαι αγανακτισμένος με την πλημμελή (ή μήπως να πω αισχρή;) κάλυψη του θέματος από τους αμερικανούς δημοσιογράφους».Τάδε έφη ο Τζο Σάκο, ο κομίστας που συνδύασε πρώτος την Ενατη Τέχνη με τη Νέα Δημοσιογραφία. Δικό του παιδί είναι το κόμικ «Palestine» («Παλαιστίνη», εκδόσεις «Fantagraphics Books, κυκλοφορεί και στα ελληνικά από τις εκδόσεις «ΚΨΜ»), που πριν από 15 έτη τάραξε τα νερά. Χωρίς ωραιοποιήσεις, επιφυλάξεις ή ταχυδακτυλουργίες, από αυτές που τα media συχνά χρησιμοποιούν ο Σάκο δεν είχε άλλη επιλογή από το να πει με τον τρόπο του τα πράγματα με το όνομά τους.

«Αν εξαιρέσει κανείς έναν ή δύο λογοτέχνες, ουδείς κατάφερε να περιγράψει την κατάσταση καλύτερα από τον Σάκο» σχολίασε ο Εντ. Σαΐντ για τον σπουδαίο κομίστα (φωτ.)..




Ετσι, μίλησε για θύματα, για αίμα, για τα σπίτια που ισοπεδώνονται. Για τη βία σε όλες τις της μορφές που οδήγησε τους Παλαιστίνιους στην πρώτη τους Ιντιφάντα. Αυτή ακριβώς που περιγράφει ο κομίστας στο «Palestine», αυτή που βίωσε ταξιδεύοντας στο Ισραήλ και στα κατεχόμενα επί δυόμισι μήνες τον χειμώνα του 1991 προς 1992. Οι περισσότεροι κριτικοί αποθέωσαν το έργο του, δεν έλειψαν όμως και ορισμένες επικριτικές φωνές.
«Οι δριμύτερες κριτικές που δέχτηκε το "Palestine" υπογράμμιζαν ότι μιλάει μόνο για την μία πλευρά της ισραηλινοπαλαιστινιακής διαμάχης. Ορθόν από μία άποψη, αλλά δεν με νοιάζει. Αυτό που ξέρω εγώ είναι ότι η άποψη της ισραηλινής κυβέρνησης εκπροσωπείται μια χαρά από τα αμερικάνικα ΜΜΕ και υποστηρίζεται σφόδρα από όλους σχεδόν τους εν ενεργεία πολιτικούς των ΗΠΑ. Αυτό που προσπάθησα να κάνω ήταν να δείξω τις εμπειρίες των Παλαιστινίων κατά τη διάρκεια της πρώτης Ιντιφάντα», λέει με αφοπλιστική ειλικρίνεια ο Σάκο.Και το κατάφερε άψογα, όπως τουλάχιστον παραδέχθηκε ο σπουδαίος παλαιστίνιος συγγραφέας Εντουάρντ Σαΐντ: «Αν εξαιρέσει κανείς έναν ή δύο λογοτέχνες, ουδείς κατάφερε να περιγράψει αυτή την τραγική κατάσταση καλύτερα από τον Τζο Σάκο. Οι εικόνες του είναι πολύ πιο παραστατικές απ' οτιδήποτε μπορεί κανείς να διαβάσει ή να δει».Να είναι τυχαίο, άραγε, που ο κομίστας αναφέρει ως πρωτογενείς επιρροές του τα βιβλία «Dispatches» του Μάικλ Χερ και «Fear and Loathing in Las Vegas» του Χάντερ Τόμπσον; Κι ακόμη περισσότερο, πόσο τυχαία μπορεί να είναι η αναφορά του βιβλίου «The Fateful Triangle» (διά χειρός Νόαμ Τσόμσκι), ως αποφασιστικού μοχλού στη συνειδητοποίηση του κόσμου εκ μέρους του; Ο Τζο Σάκο άνοιξε το δρόμο. Δεκαπέντε χρόνια μετά την πρώτη εμφάνισή του σε τευχίδια των 24 και 32 σελίδων, το «Palestine» κυκλοφόρησε ξανά σε δερματόδετη, αναθεωρημένη έκδοση. Με σημειώσεις και με έναν καινούριο, εξομολογητικό απολογισμό του δημιουργού η «Special Edition» είναι ένα ανάγνωσμα που φωτίζει τις διαδρομές της σκέψης, ένα ρεπορτάζ που αποκαλύπτει δίχως φόβο και προκατάληψη.
ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ - 17/02/2008

_______________________________________
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
“Παράδεισος τώρα” του Χάνι Αμπου – Σαϊντ
Οι μάρτυρες της Παλαιστίνης
Ο "Παράδεισος τώρα" (2005) είναι μια ταινία με θέμα τις τελευταίες 48 ώρες του Χαλέντ και του Σαΐντ, δύο Παλαιστνιων βομβιστών αυτοκτονίας. Σύμφωνα με τις οδηγίες της οργάνωσής τους, κοιμούνται το βράδυ στο σπίτι τους χωρίς όμως να μιλήσουν σε κανένα για την απόφασή τους. Την επόμενη μέρα παρακολουθούμε λεπτό προς λεπτό την τελετουργική προετοιμασία που περιλαμβάνει την εγγραφή του τελευταίου βίντεο όπου δηλώνουν την απόφασή τους να πεθάνουν σαν μάρτυρες, τον καθαρισμό του σώματός τους, το ύστατο δείπνο τους σε μια αναπαράσταση που φέρνει στο νου το "Μυστικό Δείπνο" του Ιησού.
Οι δύο παιδικοί φίλοι πρόκειται να εκτελέσουν ένα διπλό βομβιστικό χτύπημα σαν απάντηση σε μια προηγούμενη επίθεση του ισραηλινού στρατού με θύματα αγωνιστές της παλαιστινιακής αντίστασης αλλά και μικρά παιδιά. Η ιστορία δεν εκτυλίσσεται σύμφωνα με το αρχικό σχέδιο, στη διάρκεια της αποστολής οι δύο φίλοι θα χάσουν ο ένας τον άλλο αλλά και θα εκφράσουν αμφιβολίες όχι για την αναγκαιότητα ή τη νομιμότητα της αντίστασης αλλά για την αποτελεσματικότητα των μεθόδων.
Η κάμερα καταγράφει με συγκλονιστικό τρόπο τη ζωή στη ρημαγμένη Ναμπλούς, όπου τα σπίτια έχουν μεταβληθεί σε ένα σωρό ερειπίων και η μετακίνηση των ανθρώπων εξαρτάται από τα κινητά μπλόκα του ισραηλινού στρατού. Όταν οι δύο μάρτυρες περάσουν στην ισραηλινή πλευρά, διασχίζοντας απλά ένα συρματόπλεγμα που κόβει τις δύο περιοχές στη μέση, βρισκόμαστε σε μια "δυτική" πόλη που δεν θυμίζει σε τίποτα το προηγούμενο σκηνικό: φαρδιοί, ασφαλτοστρωμένοι δρόμοι περνούν κάτω από πανύψηλους ουρανοξύστες, πολυτελή αυτοκίνητα, κάτοικοι που κολυμπούν, ψωνίζουν ή βολτάρουν χωρίς το άγχος της επιβίωσης σε κάθε τους βήμα.
Ανάμεσα σε μια παρέα γελαστών ισραηλινών φαντάρων, ο ένας από τους δύο μάρτυρες κάθεται ανέκφραστος, καθώς η κάμερα εστιάζει στο αποφασιστικό του βλέμμα…
Ο "Παράδεισος τώρα", χωρίς να προτείνει σαν λύση τις αποστολές αυτοκτονίας, αποτελεί παρόλα αυτά μια δυνατή απάντηση στην ισραηλινή (και δυτική) προπαγάνδα για "απάνθρωπους εγκληματίες βομβιστές". Σε κάποιο σημείο της ταινίας γίνεται φανερός ο θυμός "για τους θύτες που καταλαμβάνουν την Παλαιστινιακή γη και στο τέλος παρουσιάζονται σαν θύματα". Στη συζήτηση του Χαλίντ με τη φίλη του εξηγεί ότι "αν είχαμε αεροπλάνα, αν η μάχη γινόταν σαν ίσος προς ίσο, τότε δεν θα είχαμε και μάρτυρες αυτοκτονίας". Όταν έχεις να αντιμετωπίσεις την κτηνώδη βία μιας πανίσχυρης πολεμικής μηχανής, όταν χάνονται οι πιο στενοί σου συγγενείς και φίλοι και ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα κατεδαφίζονται για "παραδειγματισμό", τα περιθώρια για νηφάλια πολιτική αντιμετώπιση γίνονται ολοένα και πιο στενά…
Ο "Παράδεισος τώρα" διατηρεί μια οξυμένη, κριτική ματιά στα δρώμενα: Είναι χαρακτηριστικό ότι στη διάρκεια της εγγραφής του βίντεο των καμικάζι αυτοκτονίας, τα μέλη του συνεργείου κολατσίζουν τρώγοντας μια αραβική πίτα – κάτι τέτοιο όμως δεν γίνεται από έλλειψη σεβασμού αλλά για να καταδειχτεί η ρουτίνα του φαύλου κύκλου της βίας.
Η ταινία βασισμένη σε συνομιλίες του Παλαιστινιακής καταγωγής σκηνοθέτη με ανθρώπους που γνώριζαν βομβιστές αυτοκτονίας, σε ομολογίες βομβιστών που απέτυχαν, αλλά και σε επίσημες ισραηλινές αναφορές αποτελεί μια τίμια, μη προπαγανδιστική καταγραφή του αδιέξοδου που προκαλεί η συνεχιζόμενη ισραηλινή κατοχή.
Τιμήθηκε με τέσσερα βραβεία στο φεστιβάλ Βερολίνου.
Γιάννης Γιαννουλέας

Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2003

Η Μανάλ Χαντάρ
είναι η πρωταγωνίστρια
της «Θεϊκής Παρέμβασης»



Ένα ισραηλινό σημείο ελέγχου, κάπου στο δρόμο ανάμεσα στη Ραμάλα και την Ιερουσαλήμ στη κατεχόμενη Δυτική Όχθη.
To σημείο ελέγχου έχει κλείσει. Εκνευρισμένοι Ισραηλινοί στρατιώτες εξαναγκάζουν τα αυτοκίνητα να αλλάξουν πορεία και να φύγουν. Αλλά ένα αυτοκίνητο δεν μετακινείται.
Η πόρτα ανοίγει και βγαίνει μία εντυπωσιακή γυναίκα, φορώντας ένα ρόζ φόρεμα, ψηλά τακούνια και γυαλιά ηλίου, η οποία κατευθύνεται προς το σημείο ελέγχου.Οι στρατιώτες την παρατηρούν. Ενώ πλησιάζει, ένας στρατιώτης σηκώνει το όπλο του και είναι έτοιμος να πυροβολήσει. Οι υπόλοιποι κάνουν το ίδιο.Η γυναίκα σηκώνει για λίγο τα γυαλιά ηλίου και κοιτά τον ένα στρατιώτη στα μάτια. Τότε αυτός χαμηλώνει το όπλο. Το ίδιο και οι συνάδελφοι του. Αυτή βηματίζει ανενόχλητη πέρα από το σημείο ελέγχου.Ακολουθεί πλάνο όπου η γυναίκα υποχωρεί και οι τέσσερις έκπληκτοι στρατιώτες τη βλέπουν να απομακρύνεται. Ξαφνικά, το παρατηρητήριο στο σημείο ελέγχου υποχωρεί.Η «Θεϊκή παρέμβαση» είναι μία από τις ελάχιστες παλαιστινιακές ταινίες που έχουν μεταφερθεί στην μεγάλη οθόνη.



Έκρηξη




Η παλαιστινιακή κινηματογραφική βιομηχανία είναι ανύπαρκτη. Δεν υπάρχουν στούντιο, ούτε κάμερες, ούτε τεχνικοί, ο σκηνοθέτης της ταινίας Ελία Σουλεϊμάν, κατάφερε να δημιουργήσει μια σουρεαλιστική κωμωδία για τις παράλογες συνθήκες ζωής υπό την κατοχή των ισραηλινών δυνάμεων.Ένα από τα βασικά μηνύματα της ταινίας είναι ότι η μόνη λογική απάντηση στη βλοσυρότητα της ύπαρξης είναι η στροφή στον κόσμο της φαντασίας και των ονείρων.Η αυλαία πέφτει με την ακόλουθη και καθ' όλα πρωτότυπη σκηνή: μια γυναίκα με μαυρόασπρη μαντίλα στο κεφάλι βγαίνει από ένα σκοπευτήριο Ισραηλινών αστυνομικών. Αίφνης μεταμορφώνεται σε Νίντζα και πετώντας πάνω από τους αστυνομικούς τους σκοτώνει έναν -έναν.Παρόλο που το φιλμ διαθέτει πολλές κωμικές σκηνές, ο Γάλλος παραγωγός της ταινίας, Ουμπέρ Μπαλσάν, λέει ότι δεν πρόκειται για κωμωδία.Κριτική στάσηΑν και το γέλιο είναι αναπόσπαστο στοιχείο της ταινίας οι θεατές αντιλαμβάνονται τις δυσμενείς είναι οι συνθήκες ζωής για τους Παλαιστινίους.
Ο Σουλεϊμάν έγραψε

το σενάριο και σκηνοθέτησε την ταινία



Η ταινία, με τον υπότιτλο «Χρονικό της αγάπης και του πόνου», έτυχε αναγνώρισης στο φεστιβάλ των Καννών, όπου και κέρδισε το διεθνές βραβείο των κριτικών.Η ταινία «Θεϊκή παρέμβαση» θα μπορούσε κάλλιστα να ήταν και υποψήφια για Όσκαρ, όμως η Κινηματογραφική Ακαδημία των ΗΠΑ αρνήθηκε να την δεχτεί την υποψηφιότητά της, καθώς η ακαδημία δεν αναγνωρίζει την Παλαιστίνη ως κράτος.Εκτιμώντας ότι υπήρχαν πολιτικά κίνητρα στην απόρριψη της ταινίας, μερικές προ-παλαιστινιακές οργανώσεις τονίζουν ότι στο παρελθόν η ακαδημία έχει δεχτεί έργα από άλλες περιοχές οι οποίες δεν αναγνωρίζονται ως κράτη από τα Ηνωμένα Έθνη, όπως το Πουέρτο Ρίκο, το Χονγκ Κονγκ και τη Ταϊβάν.Ωστόσο, η αμερικανική κινηματογραφική ακαδημία υποστηρίζει ότι συντρέχουν κι άλλοι λόγοι για τους οποίους το έργο δεν δικαιούται την υποψηφιότητα. Προτάθηκε από τους παραγωγούς της και όχι από μία πιο επίσημη και καθιερωμένη επιτροπή στη χώρα προέλευσής της και δεν είχε ούτε καν προβληθεί στην Παλαιστίνη.Χωρίς αίθουσεςΟ Μπαλσάν λέει ότι δεν προβλήθηκε γιατί δεν υπάρχουν διαθέσιμες κινηματογραφικές αίθουσες.Εντούτοις ο Γάλλος παραγωγός υποστηρίζει ότι οι λόγοι απόρριψης δεν ήταν πολιτικοί. Για αυτόν, η απόφαση της ακαδημίας οφείλεται σε γραφειοκρατικούς λόγους.
Μία από τις ηρωίδες του έργου μεταμορφώνονται σε Νίντζα«Τα μέλη της ακαδημίας αποφάσισαν να ακολουθήσουν τους κανόνες, αντί να δώσουν προτεραιότητα στο καλό σινεμά», τόνισε ο κ. Μπαλσάν.Τώρα η αμερικάνικη εταιρία διανομής της ταινίας προσπαθεί να αλλάξει τους κανόνες, ώστε το εν λόγω κινηματογραφικό έργο να λάβει κάποια υποψηφιότητα του χρόνου. Πάντως, οι σινεφίλ στη Μεγάλη Βρετανία και στις ΗΠΑ έχουν τώρα την ευκαιρία να παρακολουθήσουν μία ταινία, η οποία είναι εν μέρη είναι σάτιρα, εν μέρη προπαγάνδα, και εν μέρη παράλογη κωμωδία, και αποκαλύπτει την ανθρώπινη πραγματικότητα πίσω από τα ξερές ειδήσεις για τη Μέση Ανατολή.

Δεν υπάρχουν σχόλια: